Η Χαρτοπαιξία

του Γεωργίου Σουρή. Μάρτιος 1886.

Φασουλής και Περικλέτος
ο καθένας νέτος σκέτος.

ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Ακούς εκεί να σκέπτονται αναδιοργανώσεις
και δι' αυτό να συζητούν μετά μανίας τόσης!
Ακούς εκεί να σκέπτονται με όλα τα σωστά τους
να διορθώσουν τους Ρωμηούς του νεοτέρου κράτους,
και κάθε τόσο σχέδια και γνώμες να μας δίνουν,
κι αυτά τα χαρτοπαίγνια με βία να μας κλείνουν,
και θηριώδης εύζωνος στην πόρτα των να στέκει
με κάποια εις τον ώμο του και μ' ένα Γκρα τουφέκι,
κι αν θες να πας καμμιά φορά τον πόντο σου να βάλεις,
κι αν είσαι άνθρωπος αρχής και θέσεως μεγάλης,
ή βουλευτής, ή δικαστής, ή άλλος των εν τέλει,
κατά διαβόλου ο φρουρός αγροίκως να σε στέλλει
και δ ι α λ ύ σ ο υ με φωνήν αγρίαν να φωνάζει,
κι αν βγάλεις γρυ στις κοντακιές την πίστη να σ' αλλάζει.

Μα είναι αυτή βρε Περικλή, κατάστασις πραγμάτων,
αφού δεν επεμβαίνομεν στα ιδιαίτερά των,
εκείνοι στην καμπούρα μας να κάνουν τον δεσπότην
κι ούτε ν' αφίνουν, Περικλή, κανένα πατριώτην
εις τα χαρτιά της τράπουλας τον πόντο του να βάνει
και σαν ελεύθερος Ρωμηός το κέφι του να κάνει;
Και τι τους μέλει αν εγώ κερδίσω είτε χάσω
και με του τζόγου τα χαρτιά τη νύχτα μου περάσω;

Αντί θαλάσσας μακρυνάς κι εγώ να ταξιδεύσω
και την περιουσίαν μου να διακινδυνεύσω,
αντί να γίνω έμπορος δερμάτων και σταφίδος,
αντί να γίνω μέτοχος της λίμνης Κωπαϊδος
αντί Τραπέζης να γενώ ή εταιρίας μέλος,
αντί στα φόντα να ριχτώ και νάχω κακόν τέλος,
αντί σ' αυτά το είναι μου να διακινδυνεύσω,
επιθυμώ στην τράπουλα να το διακυβεύσω,
και ούτε το δικαίωμα θα δώσω σε κανένα,
ουδέ εις την περίπολον, αλλ' ούτε κι εις εσένα,
να μ' εμποδίσει στων χαρτιών το κόψιμο να τρέξω,
και όπως θέλω και ποθώ το είναι μου να παίξω.

Διότι, φίλε Περικλή, σκέψου καλά και κρίνε
πώς πάσα επιχείρησις χαρτί του τζόγου είναι,
κι εις πάσαν επιχείρησιν κι εις έργον λεληθότως
ή τέρτσος θάλθεις, Περικλή, ή τουναντίον σότος.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Καλά τα λές, ορέ Φασουλή, αλλά μην αμφιβάλλεις
πως είμαι σύμφωνος κι εγώ σε τούτα που μου ψάλλεις.
Κι αλήθεια τί τας θέλομεν αυτάς τας βελτιώσεις
και τας μεταρρυθμίσεις των και τας διοργανώσεις;
Καλέ, μα είμαστε κι εμείς για τέτοια κολοκύθια;


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Μας επαραφορτώθηκαν αλήθεια κι απ' αλήθεια.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Και πάλιν νέα βάσανα, και πόνος και οδύναι.


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Ο Έλλην πρέπει Περικλή να μείνει όπως είναι...
Να έχει πάντα ως αρχήν το ευτυχείν απόνως
κι εις Πρυτανείον τρέφεσθαι ως η αρχαία όνος.
Να ξεφαντώνει σαν θεός καθημερινή και σχόλη,
και άμα τούλθει όρεξις να βγάζει το πιστόλι.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Να δέρνει και να δέρνεται και νάναι κουτσαβάκι,
με το ζωνάρι το μακρύ και με το κοντοβράκι.


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Και να κτυπά στο χέρι του γοργόνες και λιοντάρια
και Μακεδόνας με σπαθιά, μ' ασπίδες και κοντάρια.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Στων υπογείων τις γωνιές να κόβεις την πασέτα,
και άμ στο σακκούλι του δεν μένει πια γαζέτα,
ευθύς να σβύνει κάθε φως, και στην αναμπουμπούλα
με όλα του τα δάχτυλα ν' αρχίζει τη ρεμούλα.


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Να βρίζει άμα δεν ιδεί ψοφίμια μες στους δρόμους.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Να μην ευρίσκει αρκετούς τους καθεστώτους νόμους.


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Να ρίχνεται στας γαίας σου και στα οικόπεδά σου.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Στη δούλα, στη γυναίκα σου, και εις την πεθερά σου.


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Με τας σκιάς των σεβαστών προγόνων να φρενιάζει.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Τα πάντα να περιφρονεί και όλα να θαυμάζει,
ν' αναφωνεί δε πάντοτε με το σπαθί στο χέρι...


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Δεν πρέπει να διαφθαρούν τα πάτριά μας ήθη.


ΦΑΣΟΥΛΗΣ

Και πράγματα στον τόπο μας να φέρουν ασυνήθη.
Διότι όταν δεν φορώ στραβά το φέσι
και την πατρίδα δεν φρουρώ καθώς σ' εμέ αρέσει,
οπόταν μες τον καφενέ δεν είμαι νύκτα μέρα
και δεν τρυφά η μύτη μου στη βρώμα και στη λέρα,
οπόταν του πλησίον μου δεν κλεβω το σουρτούκο,
οπόταν λέγομαι κλητήρ και δεν βαρώ τραμπούκο,
όταν μαζί σου, Περικλή, γλεντώ και ξεφαντώνω
και δεν σε δέρνω ύστερα και δεν σε μαχαιρώνω,
σαν δεν μ' αφίνουν στα χαρτιά το είναι μου να παίξω
και με πετούν οι εύζωνοι απ' τα κατώγια έξω,
σαν δεν μ' αφίνουν την νύκτα με κιθάρες
και να ξυπνώ τις γειτονιές με γαϊδουροφωνάρες
και με μ ι ν ό ρ ε φλογερόν το ντέρτι μου να βλάλω,
δεν είμαι τότε πια Ρωμηός, αλλ' είμαι κάτι άλλο,

Εγγλέζος, Γάλλος, Γερμανός και Ισπανός ιππότης,
και ούτε είμαι γνήσιος των Αθηνών δημότης,
ουδέ καλούμαι κάτοικος της γης των Παρθενώνων,
του Τάκου, του Νταβέλη μας, και των λοιπών προγόνων.
Γι' αυτά και άλλα πιο πολλά σκέψου καλά και κρίνε,
πως πρέπει το Ρωμαίϊκο να μένει όπως είναι.


ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ

Γι' αυτά κι εγώ, βρε Φασουλή, σε στρώνω στο στυλιάρι,
και τρέχα τώρα να τα πεις και στον Μπαϊρακτάρη.


Στείλτε τα σχόλιά σας για κάποια καταχώριση ή το δικό σας κείμενο.

Αντίφαση / Κεντρική Σελίδα